Η Kνίδωση ή Ουρτικάρια (Urticaria) είναι δερματολογικό νόσημα που ανήκει στα λεγόμενα «Σχηματώδη Ερυθήματα». Κάθε μορφή κνίδωσης που διαρκεί λιγότερο από 12 εβδομάδες θεωρείται ότι ανήκει στην οξεία μορφή (oξεία κνίδωση). Εάν η διάρκεια της νόσου υπερβεί τις 12 εβδομάδες, τότε θεωρείται ότι ανήκει στη χρόνια μορφή (χρόνια κνίδωση).
Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση ενός ή περισσοτέρων – συνήθως πολλαπλών – πομφών, δηλαδή βλαβών που έχουν λευκορόδινη ή ερυθηματώδη χροιά, κηλιδώδες κυκλικό σχήμα και παροδικό χαρακτήρα. Οι βλάβες αυτές µπορεί να είναι µικροσκοπικές ή πολύ μεγάλες και µερικές φορές συνενώνονται σε πλάκες που µπορεί να καλύψουν μεγάλα τμήματα του σώματος.
Το εξάνθημα συνοδεύεται κατά κανόνα από κνησμό ή και πόνο και μπορεί να εντοπιστεί σε οποιοδήποτε μέρος του σώματος, από το τριχωτό της κεφαλής μέχρι τα πόδια.
Στο 40% των περιπτώσεων συνοδεύονται και από πρήξιμο (επιστημονικά λέγεται αγγειοοίδηµα) και έτσι εξέχουν από το δέρμα.
Κηλίδες σε μία ή σε λίγες περιοχές
Κηλίδες μόνον σε ένα ημιμόριο του σώματος
Η πιο κοινή μορφή, με συμμετρικές κηλίδες και στα 2 ημιμόρια του σώματος
Ανάλογα το είδος της κνίδωσης τα αίτια διαφοροποιούνται:
Η οξεία κνίδωση συνήθως με τη χρήση αντισταµινικών υποχωρεί σε λιγότερο από 12 εβδομάδες.
Η χρόνια κνίδωση, όμως, μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 6 μήνες. Αφού βρεθεί το αίτιό της ξεκινά η προσπάθεια απάλειψής του, το οποίο όμως δεν είναι πάντοτε εφικτό, αφού πολλά κρούσματα είναι ιδιοπαθή.
Αναφορικά με το σύμπτωμα του κνησμού, χορηγούνται κατ’ αρχάς αντισταµινικά φάρμακα και ίσως κορτικοειδή (κορτιζόνη). Εάν οι ασθενείς µε χρόνια κνίδωση δεν ανταποκρίνονται ούτε στις πιο ψηλές δόσεις αντισταµινικών και η δερματοπάθειά τους δεν οφείλεται σε εξωτερικό αίτιο, στην αγωγή τους μπορεί να προστεθούν άλλα φάρμακα, όπως αντιλευκοτριενικά, Η2 αντισταµινικά, ανοσοτροποιητικοί παράγοντες ή ένα µονοκλωνικό αντίσωµα που λέγεται οµαλιζουµάµπη.
Για τις σύντομες εξάρσεις της χρόνιας κνίδωσης, τέλος, χορηγούνται για λίγες µέρες (συνήθως 3-7) συστηματικά κορτικοειδή.